Οι περιπέτειες του νεαρού Σέρβου μέχρι να έρθει στην Δράμα
Στα 21 του, ο Σέρβος αριστερόχειρας περιφερειακός της Δράμας 1986, Νίκολα Μίτροβιτς έχει δει πολλά άγρια πράγματα. Σε σημείο που να είναι καθημερινά χαρούμενος επειδή απολαμβάνει τη ζωή του. Γεννήθηκε και έμαθε το χάντμπολ στο Λέσκοβατς πριν μεταπηδήσει στις ακαδημίες της Παρτιζάν. Πέρσι η ζωή του άλλαξε όταν αποφάσισε να… μεταναστεύσει τη Βεγγάζη της Λιβύης για να παίξει χάντμπολ ως επαγγελματίας.
Με το που έφτασε ξεκίνησε να ζει τη φρίκη. Και η φυγή του, ήταν πραγματική απόδραση…
Διαβάστε πώς εξιστόρησε ο Μίτροβιτς τις περιπέτειές του στο Sportsfeed.gr…
Πώς πήρες αυτή την απόφαση να παίξεις στη Λιβύη;
Το μεγάλο κίνητρο ήταν τα χρήματα. Μου έδιναν τρεις χιλιάδες ευρώ το μήνα, είναι πολλά χρήματα για ένα παιδί στην ηλικία μου και με τα οικονομικά δεδομένα της Σερβίας. Η οικογένεια μου δεν ήθελε να πάω, αλλά εγώ δεν άκουγα κανέναν. Μαζί με τα μπόνους από συμμετοχές σε άλλες διοργανώσεις τα χρήματα θα έφταναν κοντά στις 50.000 ευρώ το χρόνο, θα μπορούσα να βοηθήσω την οικογένειά μου με αυτά τα χρήματα. Μου έλεγαν ότι η κατάσταση ίσως να είναι επικίνδυνη, αλλά ο πόλεμος είχε τελειώσει εκεί απ’ όσα γνώριζα.
Τι είδες όταν έφτασες στη Βεγγάζη;
Μόλις πάτησα το πόδι μου στο αεροδρόμιο είδα άνδρες με όπλα και καλυμμένα πρόσωπα και οχήματα με πολυβόλα. Από μέσα μου είπα ότι πιθανώς θα είναι για τη διαφύλαξη της τάξης λόγω του πρόσφατου πολέμου. Υπέγραψα το συμβόλαιο και πήρα πρώτα χρήματα στα χέρια μου. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη συνέχεια δεν πήρα άλλα. Πολύ σύντομα κατάλαβα τι γινόταν. Κάθε βράδυ ακούγονταν πυροβολισμοί. Ήταν σαν να ζούσα μέσα σε ταινία γουέστερν, απίστευτο πραγματικά. Ταλιμπάν, Αλ Κάιντα, επαναστάτες. Πόλεμος. Κάποια πράγματα που τα βλέπεις στην τηλεόραση και δεν τα αντιλαμβάνεσαι, ξαφνικά τα ζεις. Εγώ μόνος μου δεν κυκλοφορούσα. Ερχόταν κάποιος, με έπαιρνε από το σπίτι και με πηγαινοέφερνε στην προπόνηση. Κάθε μέρα έβλεπα ανατιναγμένα αυτοκίνητα.
Αυτές ήταν οι χειρότερες στιγμές;
Όχι βέβαια. Όπως σας είπα κάθε βράδυ άκουγα πυροβολισμούς και εκρήξεις. Τρία γεγονότα, όμως, με συγκλόνισαν. Το πρώτο συνέβη ένα βράδυ που καθόμουν στο μπαλκόνι. Από κάτω, στο δρόμο κάποιοι άνθρωποι προφανώς αντάλλαζαν ναρκωτικά. Ξαφνικά τους περικύκλωσαν αυτοκίνητα που είχαν ενσωματωμένα πολυβόλα. Τους σκότωσαν όλους. Ένα άλλο βράδυ έκανε επίθεση η Αλ Κάιντα με βόμβες για να καταλάβει την πόλη. Ανά πέντε λεπτά υπήρχε βομβαρδισμός. Το τρίτο περιστατικό συνέβη στο δρόμο. Περίπου δέκα άνθρωποι τσακώνονταν για κάποιο λόγο. Ένας από αυτούς πήγε στο αυτοκίνητο, άνοιξε το πορτ μπαγκάζ, έβγαλε ένα καλάζνικοφ και άρχισε να πυροβολεί τους υπόλοιπους.
Πόσο καιρό έζησες εκεί;
Έξι μήνες. Προσπάθησα να φύγω την πρωτοχρονιά και έβαλα ως δικαιολογία τον πατέρα μου. Είχα συνεννοηθεί με τον προπονητή μου, που είχε επαφές με μια ομάδα στην Τυνησία, να πάω να παίξω εκεί για να γλιτώσω από αυτή την κατάσταση. Ο πρόεδρος της ομάδας έμαθε τι έγινε και ήρθε και με βρήκε στο ξενοδοχείο στην Τυνησία. Με απείλησε ότι δεν θα μπορώ να παίξω ούτε στην Τυνησία, ούτε στη Λιβύη. Αναγκάστηκα να επιστρέψω, γιατί στο μεταξύ μου πήραν το διαβατήριο και δεν μπορούσα να φύγω. Είχα προβλήματα ακόμη και με το φαγητό. Εκεί οι άνθρωποι της ομάδας μου έφερναν να φάω αλλά στους δικούς τους ρυθμούς, μία φορά κάθε απόγευμα. Εγώ δεν μπορούσα να βγω για να πάω να αγοράσω φαγητό. Ευτυχώς, κοντά στο σπίτι υπήρχε και ένα μίνι μάρκετ. Έπαιρνα αυγά και έτρωγα.
Τελικά χρήματα πήρες;
Πήρα το 15% όσων προβλέπονταν. Αλλά είχα και άλλα προβλήματα. Στο σπίτι δεν έμενα μόνος. Ο Τυνήσιος προπονητής που είχαμε, περίμενε πότε θα έφευγα για να δει που έχω τα λεφτά και να πάρει την προμήθεια. Είχα κρύψει κάπου χίλια δολάρια, τα βρήκε και τα πήρε. Τα υπόλοιπα τα χρήματα τα έκρυβα μέσα στα σκουπίδια, για να μην τα βρουν. Εκεί η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη. Δεν ήξερες με ποιον να μιλήσεις, ποιον να εμπιστευτείς, πώς να φύγεις. Γενικά ήταν παράλογες καταστάσεις για να ζήσει ένας άνθρωπος.
Πώς κατάφερες να φύγεις;
Χάρη στον άνθρωπο που είχε το μίνι μάρκετ. Είχα καταφέρει να πάρω το διαβατήριο. Συνεννοηθήκαμε να έρθει ένα βράδυ, γύρω στις 2 μετά τα μεσάνυχτα για να με πάρει και να με πάει στο αεροδρόμιο που βρισκόταν σε απόσταση 100 χιλιομέτρων. Το πρώτο βράδυ δεν τα καταφέραμε, επειδή ξύπνησε ένας άλλος που έμενε στο σπίτι. Το δεύτερο βράδυ τα καταφέραμε. Στο δρόμο έτρεχε με 160 χιλιόμετρα. Για τις επόμενες τρεις ώρες δεν υπήρχαν πτήσεις. Τελικά βρέθηκε μία πτήση για Κωνσταντινούπολη που θα έφευγε σε τρεις ώρες. Κρύφτηκα κάπου για να μη με βρουν σε περίπτωση που θα με έψαχναν και όταν ήρθε η ώρα της πτήσης έτρεξα και επιβιβάστηκα. Λίγες ώρες μετά έφτασα στην Κωνσταντινούπολη. Μου τηλεφώνησαν από την ομάδα και όταν τους είπα ότι έφυγα, δεν το πίστευαν.
Σήμερα φαντάζομαι ότι η Δράμα είναι πραγματικός παράδεισος για εσένα.
Έτσι ακριβώς, παράδεισος. Στη Δράμα όλοι οι άνθρωποι με έχουν αγκαλιάσει, είναι σαν οικογένεια. Έχουμε μία ομάδα που παλεύει, που προσπαθεί να γίνει καλύτερη με παιδιά που έχουν ταλέντο και συλλέγουν πολύτιμες εμπειρίες φέτος. Για μένα, μετά την εμπειρία της Λιβύης κάποια πράγματα απέκτησαν ξεχωριστή σημασία. Το βέβαιο είναι ότι ποτέ δεν θα ξεχάσω όσα έζησα εκεί.
ΗΛΙΑΣ ΤΑΤΑΛΑΣ